Διαδικασία δημοσίων συμβάσεων
Όλες οι διαδικασίες πρέπει να συμμορφώνονται με τις αρχές του ενωσιακού δικαίου και, ειδικότερα, με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, καθώς και με τις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως η ίση μεταχείριση, η μη εφαρμογή διακρίσεων, η αμοιβαία αναγνώριση, η αναλογικότητα και η διαφάνεια. Πρέπει επίσης να τηρούνται οι αρχές του ανταγωνισμού, της εμπιστευτικότητας και της αποδοτικότητας.
1. Είδη διαδικασιών
Οι προσκλήσεις υποβολής προσφορών πρέπει να αντιστοιχούν σε τρία είδη διαδικασιών, που χρησιμοποιούνται βάσει ενός συστήματος κατώτατων ορίων. Οι οδηγίες προσδιορίζουν επίσης τις μεθόδους υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας κάθε δημόσιας σύμβασης [2] και τις ενδείξεις για τη διαδικασία που θα χρησιμοποιηθεί. Στην «ανοικτή διαδικασία» μπορεί να υποβάλει προσφορά κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας. Στην «κλειστή διαδικασία» μπορούν να υποβάλουν προσφορά μόνο προσκεκλημένοι υποψήφιοι. Στην «ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση» μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας αλλά αρχική προσφορά μπορούν να υποβάλουν μόνο οι υποψήφιοι που κλήθηκαν να το κάνουν έπειτα από αξιολόγηση των πληροφοριών που κατέθεσαν. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του «ανταγωνιστικού διαλόγου», κάθε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής, αλλά μόνο όσοι υποψήφιοι προσκληθούν θα μπορούν να συμμετάσχουν στον διάλογο. Χρησιμοποιείται όταν οι αναθέτουσες αρχές [3] δεν είναι σε θέση να ορίσουν τα μέσα που απαιτούνται για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες τους ή να εκτιμήσουν τη λύση που μπορεί να προσφέρει η αγορά. Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της καλύτερης σχέσης ποιότητας-τιμής. Έχει δημιουργηθεί μια νέα διαδικασία, η «σύμπραξη καινοτομίας», για τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει ανάγκη για καινοτόμο λύση που δεν είναι ήδη διαθέσιμη στην αγορά. Η αναθέτουσα αρχή αποφασίζει να δημιουργήσει σύμπραξη καινοτομίας με έναν ή περισσότερους εταίρους για να εκτελεστούν χωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης, προκειμένου να διαπραγματευτεί νέα καινοτόμο λύση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υποβολής προσφορών. Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.
2. Κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης
Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να αναθέτουν τις δημόσιες συμβάσεις στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Η μεταρρύθμιση των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων εισήγαγε αυτό το νέο κριτήριο ανάθεσης, την αρχή της «πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς» (το κριτήριο «MEAT»), η οποία έχει ως στόχο να εξασφαλίσει την καλύτερη αξιοποίηση των χρημάτων (και όχι την χαμηλότερη τιμή), δηλαδή, συνεκτιμά την ποιότητα των επίμαχων έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών καθώς και την τιμή ή το κόστος του κύκλου ζωής. Το κριτήριο αυτό δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ποιότητα, στο περιβάλλον και σε κοινωνικές πτυχές, καθώς και στην καινοτομία.
3. Κανόνες δημοσίευσης και διαφάνειας
Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων πρέπει να διασφαλίζουν την απαραίτητη διαφάνεια σε όλα τα στάδια. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της δημοσίευσης των βασικών στοιχείων των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων και των πληροφοριών σχετικά με τους υποψηφίους και τους προσφέροντες καθώς και μέσω της παροχής επαρκούς τεκμηρίωσης για όλα τα στάδια της διαδικασίας.
4. Διαδικασίες προσφυγής
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν περιπτώσεις παράβασης των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές, η οδηγία για τις διαδικασίες προσφυγής (οδηγία 2007/66/ΕΚ) προβλέπει ένα αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης που καλύπτει τόσο τις οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις όσο και την οδηγία για τις συμβάσεις παραχώρησης, και εισάγει δύο σημαντικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της «ανασταλτικής προθεσμίας». Μετά την απόφαση ανάθεσης, η ανασταλτική προθεσμία επιτρέπει στους προσφέροντες να εξετάσουν την απόφαση και να αποφασίσουν εάν θα κινήσουν διαδικασία προσφυγής. Σε αυτό το διάστημα των τουλάχιστον 10 ημερών, οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να υπογράψουν τη σύμβαση.
5. Άλλες πτυχές των δημοσίων συμβάσεων
Οι νέοι κανόνες προωθούν τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις μέσω της κοστολόγησης του κύκλου ζωής και επιτρέπουν τη δυνατότητα αναφοράς σε ειδικό σήμα ή σε οικολογικό σήμα. Εξίσου σημαντικές είναι και οι κοινωνικές πτυχές, με οδηγίες που περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις για την κοινωνική ένταξη, τα κοινωνικά κριτήρια, την υπεργολαβία, καθώς και απλουστευμένο καθεστώς για τις συμβάσεις υπηρεσιών. Κεντρικό στοιχείο των δημοσίων συμβάσεων είναι και η περιστολή της γραφειοκρατίας και η βελτίωση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις δημόσιες συμβάσεις. Οι νέοι κανόνες εισάγουν το «Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης» και τη χρήση των υπεύθυνων δηλώσεων. Η πρόσβαση των ΜΜΕ στις δημόσιες συμβάσεις θα πρέπει να ενισχυθεί, ιδίως χάρη στη δυνατότητα διαίρεσης των συμβάσεων σε παρτίδες και τον περιορισμό των απαιτήσεων περί ετησίου κύκλου εργασιών. Οι νέες οδηγίες καθιστούν υποχρεωτική τη σταδιακά όλο και συχνότερη χρήση ηλεκτρονικών δημόσιων συμβάσεων και τον ορισμό ειδικών κανόνων σχετικά με τις τεχνικές και τα μέσα για ηλεκτρονικές και συγκεντρωτικές δημόσιες συμβάσεις, όπως συμφωνίες-πλαίσια, δυναμικά συστήματα αγορών, ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς κ.λπ. Οι οδηγίες περιλαμβάνουν και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τις αυτεπιστασίες (in-house), καθιστώντας δυνατή, υπό προϋποθέσεις, για τις αναθέτουσες αρχές την ανάθεση σύμβασης σε επιχείρηση χωρίς τη διαδικασία προμηθειών. Οι νέοι κανόνες ενισχύουν την ισχύουσα νομοθεσία σε ό,τι αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων, την ευνοιοκρατία και τη διαφθορά.
Στις 11 Μαρτίου 2020, η Επιτροπή δημοσίευσε έγγραφο εργασίας σχετικά με τα κριτήρια της ΕΕ για τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις όσον αφορά κέντρα δεδομένων, αίθουσες εξυπηρετητών και υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους, με στόχο να διασφαλιστεί ότι ο εξοπλισμός και οι υπηρεσίες των κέντρων δεδομένων παρέχονται κατά τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον, σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ για την ενέργεια, την κλιματική αλλαγή και την αποδοτική χρήση των πόρων.
Μετά την επιδημιολογική έξαρση της νόσου COVID-19, η Επιτροπή πρότεινε κανονισμό για τη θέσπιση προγράμματος σχετικά με τη δράση της Ένωσης στον τομέα της υγείας (EU4Health, COM(2020)0405), ο οποίος προβλέπει υψηλότερη ανάθεση δημόσιων συμβάσεων σε τομείς όπως τα φάρμακα, τα εμβόλια, οι νέες θεραπείες και τα δεδομένα. Η τελική πράξη υπεγράφη από τους προέδρους των συννομοθετών στις 24 Μαρτίου 2021 και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 26 Μαρτίου 2021. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2021/522 τέθηκε σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα και ισχύει αναδρομικά από την 1η Ιανουαρίου 2021. Η Επιτροπή εξέδωσε επίσης νέες κατευθυντήριες γραμμές για τους αγοραστές που είναι δημόσιοι φορείς, προκειμένου να βοηθήσει τις δημόσιες αρχές να χρησιμοποιούν το πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων της ΕΕ για τη διασφάλιση ταχειών αγορών του απαραίτητου εξοπλισμού ενώ δρομολόγησε και πέντε κοινές συμβάσεις προμήθειας εξοπλισμού ατομικής προστασίας με τα κράτη μέλη. Στις 27 Μαΐου 2020, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με το σχέδιο ανάκαμψης για την περίοδο μετά την πανδημία COVID-19 (COM(2020)0456) και τόνισε την ανάγκη ψηφιοποίησης των δημοσίων συμβάσεων χάρη στην ανάπτυξη εθνικών συστημάτων και πλατφορμών ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων.